- εκκαιδεκαπηχυς
- ἑκκαιδεκάπηχυςἑκκαιδεκά-πηχυς2, gen. εος, стяж. ους протяжением или размером в шестнадцать пехиев
(πῆχυς = 46.24 см) Dem., Polyb.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(πῆχυς = 46.24 см) Dem., Polyb.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
εκκαιδεκάπηχυς — ἑκκαιδεκάπηχυς και ἑκκαιδεκάπαχυς, υ (Α) αυτός που έχει ύψος ή μήκος δεκαέξι πήχεων … Dictionary of Greek
ἑκκαιδεκαπήχεις — ἑκκαιδεκάπηχυς sixteen cubits long masc nom/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἑκκαιδεκαπάχεις — ἑκκαιδεκαπά̱χεις , ἑκκαιδεκάπηχυς sixteen cubits long masc nom/acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)